«Υπάρχουν κοινά χαρακτηριστικά του ψηφιδωτού στην Αμφίπολη με την αρπαγή της Περσεφόνης από τον Πλούτωνα που απεικονίζεται στον "τάφο της Περσεφόνης"» στις Αιγές τόνισε η Γενική Γραμματέας του Υπουργείου Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, σχολιάζοντας τα νέα εντυπωσιακά ευρήματα στον τάφο της Αμφίπολης, συνιστώντας, παράλληλα, υπομονή μέχρι να «μιλήσει» από μόνο του το μνημείο.
«Έχουμε τον Ερμή ψυχοπομπό, έχουμε το άρμα, έχουμε τα άλογα, έχουμε μια γενειοφόρο μορφή. Ας περιμένουμε την αποκάλυψη. Υπάρχουν -εάν θεωρήσουμε ότι εδώ έχουμε μια σκηνή μιας αρπαγή Περσεφόνης, όπως αυτό αναφέρεται από τον τάφο του Φιλίππου, βεβαίως μετά θα πρέπει να προχωρήσουμε σε μια σειρά συλλογισμών, ιστορικών», είπε και πρόσθεσε ότι η συγκεκριμένη παράσταση συνδέεται με την δυναστεία των Τημενιδών», προσέθεσε.
Πάντως, από χθες, αμέσως μόλις έδωσε χθες στη δημοσιότητα το υπουργείο Πολιτισμού τις εντυπωσιακές φωτογραφίες από το ψηφιδωτό που βρέθηκε στο δάπεδο του δευτέρου θαλάμου του τάφου της Αμφίπολης άρχισαν οι αναλύσεις για το τι μπορεί να απεικονίζει.
Και μπορεί το ψηφιδωτό να μην είναι σύνηθες σε μακεδονικό τάφο, όμως γενειοφόρος άνδρας έχει ξαναπεικονιστεί σε μακεδονικό τύμβο και συγκεκριμένα σε τοιχογραφία τάφου της Βεργίνας ο οποίος φέρεται να ανήκει σε κάποια από τις συζύγους του Φιλίππου του Β'. Πρόκειται για την περίφημη τοιχογραφία της αρπαγής της Περσοφόνης.
Η αρπαγή της Περσεφόνης
Η τοιχογραφία με την αρπαγή της Περσεφόνης έχει βρεθεί σε έναν κιβωτιόσχημο τάφος στις Αιγές με διαστάσεις 3Χ4,5 μ. ο οποίος χρονολογείται γύρω στο 350 π.Χ. και ο οποίος ανήκε σε μια νεαρή γυναίκα περίπου 25 χρονών που πρέπει να πέθανε στη γέννα και θάφτηκε εδώ μαζί με το βρέφος της, η οποία εικάζεται ότι είναι μια από τις επτά συζύγους του Φιλίππου Β΄, πιθανότατα η Νικησίπολις από τις Φερές, η μητέρα της Θεσσαλονίκης.
Στο βόρειο τοίχο του τάφου βρίσκεται η εκπληκτική τοιχογραφία. Στη μέση της εικόνας δεσπόζει το άρμα με τα τέσσερα λευκά άλογα. Ο Αδης, πιο μεγάλος από όλες τις άλλες μορφές, άρπαξε τη λεία του και πηδάει στο άρμα. Στο δεξί χέρι του ο βασιλιάς των νεκρών σφίγγει το σκήπτρο της εξουσίας και τα γκέμια των αλόγων, που τινάζονται με τα μπροστινά πόδια στον αέρα, ξεκινώντας ήδη τον ξέφρενο καλπασμό τους. Ανάμεσα από τα πόδια του, φυλακισμένη στη σκοτεινή αγκαλιά του, ο Πλούτωνας κρατάει σφιχτά την Περσεφόνη. Η Κόρη είναι γυμνή. Το φουστάνι της γλίστρησε και έπεσε. Έμεινε μόνο το κορδόνι που το κρατούσε στον ώμο της και το πορφυρό της ιμάτιο να κρύβει την ήβη, να γίνεται φόντο για τους μαλακούς γοφούς της και να χάνεται, σμίγοντας με το πορφυρό του ιματίου του Πλούτωνα. Σε μια ύστατη προσπάθεια να ξεφύγει, η Κόρη τινάζεται προς τα πίσω, το σώμα της τεντώνεται, τρυφερό σα μίσχος λουλουδιού, να ξεγλιστρήσει από τα σκέλια και το μπράτσο που το σφίγγουν σαν τανάλια. Απόλυτα αδύναμη, απλώνει τα μπράτσα, ικετεύοντας απελπισμένα για τη βοήθεια που δε θα έρθει. Ο άνεμος παίρνει τα μαλλιά της, τα μάτια της βασιλεύουν, το πρόσωπο της γίνεται μάσκα απόγνωσης.
Η άρνηση της Κόρης να δεχτεί τη Μοίρα της, η επιθυμία της να γαντζωθεί στον κόσμο που αναγκάζεται να αφήσει και η αποστροφή της για τον Άδη γίνεται ολοφάνερη μέσα από την κίνηση του σώματος της, που είναι ολότελα αντίθετη προς τη δική του και μέσα από την απομάκρυνση των κεφαλιών τους. Με μια εξαιρετικά δυναμική και σχεδιαστικά ιδιαίτερα τολμηρή, ανοιχτή σύνθεση, που στηρίζεται στην ένταση, αλλά και στην ισορροπία που παράγουν δύο διαγώνιες που διασταυρώνονται, ένα εύρημα που μάλλον αυτός εισάγει στην παραδοσιακή εικονογραφία της Αρπαγής, ο καλλιτέχνης κατορθώνει να αποδώσει όλη τη δραματική ένταση της αντιπαράθεσης του κυνηγού με το θήραμα, του αρσενικού με το θηλυκό, της ζωής με το θάνατο.
Πίσω από το άρμα, στην ανατολική γωνία της εικόνας, μισογονατισμένη στο χώμα, μια φίλη της Περσεφόνης παρακολουθεί το δράμα, πετρωμένη από φόβο. Το φόρεμά της γλίστρησε και το στήθος της είναι γυμνό, όμως το χρυσοκάστανο ιμάτιο της με τη φαρδιά μενεξελιά μπορντούρα την τυλίγει ακόμα, σχηματίζοντας ένα θερμό στεφάνι, μέσα στο οποίο προβάλλεται η σαγηνευτική λευκότητα του δέρματός της. Λυγισμένη στα δύο σηκώνει το χέρι να φυλαχτεί, μοιάζει να θέλει να φύγει και να μη μπορεί, παγωμένη σα σε εφιάλτη, ακούσιος μάρτυρας του αποτρόπαιου. Τα μάτια της σχεδιασμένα εντελώς λιτά, δυο γραμμούλες και μια βουλίτσα όλο κι όλο και όμως καταφέρνουν να εκφράσουν απόλυτα τον άφατο τρόμο...
Σαν μορφολογική, αλλά και εννοιολογική αντίστιξη στην παθητικότητα της συντρόφισσας της Κόρης, που με τρόμο αποδέχεται το μοιραίο, στην άλλη μεριά της παράστασης εμφανίζεται ο Ερμής. Με το κηρύκειο, το μαγικό ραβδί που γητεύει τις ψυχές των νεκρών, το μόνο παραδοσιακό και αναγνωρίσιμο σύμβολο της παράστασης, στο χέρι, ο ψυχοπομπός γίνεται εδώ νυμφοπομπός σκοτεινού Γάμου, και τρέχοντας, σχεδόν πετώντας στις μύτες των ποδιών του, οδηγεί το άρμα στη δύση, στη χώρα των νεκρώ
Πηγή: madata.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου