Οι ερευνητές από το Κέντρο Παγκοσμίου Υγείας της Βαρκελώνης ανέφεραν ότι τα παθογόνα που μεταφέρονται σε τόσο μεγάλες αποστάσεις ήταν απίθανο να προκαλέσουν άμεσα ασθένεια στον άνθρωπο, επειδή οι συγκεντρώσεις τους ήταν μικρές. Ωστόσο, είπαν ότι το γεγονός ότι τα μικρόβια μπορούν να μεταφερθούν σε νέα περιβάλλοντα και ότι ορισμένα από τα γονίδια που φέρουν είναι ανθεκτικά στα αντιβιοτικά, είναι ανησυχητικό.
Η μελέτη έδειξε ότι τα μικρόβια διένυσαν μια απόσταση 2.000 χιλιομέτρων –από τη βορειοανατολική Κίνα στην Ιαπωνία– πάνω σε σωματίδια σκόνης. Παρόμοια μοτίβα ανέμων υπάρχουν σε όλο τον κόσμο. Οι επιστήμονες ανίχνευσαν περισσότερους από 300 τύπους βακτηρίων και περίπου 260 τύπους μυκήτων στα δείγματα που συλλέχθηκαν πάνω από το Τόκιο. Πιστεύεται ότι υπάρχουν και άλλα μικρόβια που δεν έχουν αναγνωριστεί ακόμη.
«Περίπου το 30-40% των μικροβίων ήταν δυνητικά παθογόνα είδη, είτε αναγνωρισμένα ανθρώπινα παθογόνα είτε ευκαιριακά παθογόνα που προσβάλλουν άτομα με εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα» δήλωσε ο καθηγητής Χαβιέ Ροντό από το Ινστιτούτο Παγκόσμιας Υγείας της Βαρκελώνης, ο οποίος ηγήθηκε της ερευνητικής ομάδας.
«Η μελέτη μας προειδοποιεί ότι πρέπει να αλλάξουμε την άποψή μας για τον αέρα και ιδίως την πεποίθηση ότι σε μεγαλύτερα υψόμετρα είναι σχεδόν αποστειρωμένος» πρόσθεσε.
Η ανάλυση των μακρινών ρευμάτων αέρα τις ημέρες που συλλέχθηκαν τα δείγματα, σε συνδυασμό με χημική ανάλυση, έδειξε ότι τα σωματίδια σκόνης είχαν διανύσει 2.000 χιλιόμετρα και προέρχονταν από την Κίνα. Οι ερευνητές ανίχνευσαν χαρακτηριστικές υπογραφές γεωργικών περιοχών, συμπεριλαμβανομένης της ζωικής κοπριάς, φυτοφαρμάκων και λιπασμάτων, καθώς και σπάνια στοιχεία όπως το ζιρκόνιο και το άφνιο, τα οποία εξορύσσονται σε αυτό το τμήμα της Κίνας.
Τα μικρόβια ήταν ενσωματωμένα στα σωματίδια σκόνης, τα οποία τα προστάτευαν από το υπεριώδες φως και την αφυδάτωση, επιτρέποντας σε ορισμένα να παραμείνουν βιώσιμα. Το ανθρώπινο παθογόνο είδος περιλάμβανε βακτήρια όπως το E coli, το Staphylococcus saprophyticus και το Clostridium difficile.
Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Proceedings of the National Academy of Sciences».
Πηγή: ertnews.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου